Ειρήνη Σπυριδάκη-Φιλόλογος
Η εξωτερική εμφάνιση μιας γυναίκας δεν έπαψε ποτέ να εντοπίζεται ανάμεσα στους πρώτους αναβαθμούς της κλίμακας των ενδιαφερόντων της. Το αίτημα των γυναικών για επιμελημένη εμφάνιση φαίνεται να ανταποκρίνεται λιγότερο στην ανάγκη τους για προσωπική αισθητική αναζήτηση, και περισσότερο για διάκριση σε κοινωνικό, πολιτικό ή θρησκευτικό επίπεδο (σε κοινωνίες όπου η θέση της γυναίκας είναι αναβαθμισμένη), ενώ δεν είναι λίγες οι φορές που το ίδιο αίτημα λειτουργεί και ως ένδειξη «δήλωσης συμμετοχής» στις δράσεις μιας ομάδας.
Η «μόδα» στη μινωική Κρήτη, σε μια κοινωνία προηγμένη και ιδιαιτέρως ευαισθητοποιημένη σε θέματα ελέγχου της εικόνας των μελών της, ιδίως των γυναικών - όπως άλλωστε μαρτυρούν οι απεικονίσεις των γυναικών της μεσο-ανώτερης κοινωνικής τάξης σε αρχαιολογικά ευρήματα της εποχής- περιελάμβανε τα πάντα: είδη ένδυσης και υπόδησης, κοσμήματα, κόμμωση, και καλλυντικά φροντίδας προσώπου και σώματος, όπως είναι οι βαφές και τα αρώματα.
Η επίσημη γυναικεία ενδυμασία της μινωικής περιόδου διακρίνεται για την εκζήτησή της τόσο σε σχέση με την αντίστοιχη ανδρική της ίδιας εποχής, όσο και με τη γυναικεία ενδυμασία της μεταγενέστερης κλασικής και ελληνιστικής εποχής στον ελληνορωμαϊκό κόσμο. Πιο συγκεκριμένα, η μινωίτισσα δεν επιλέγει τη λιτότητα που χαρακτηρίζει το ανδρικό μινωικό ένδυμα, ούτε όμως και τις πολυάριθμες πτυχώσεις και τα πέπλα που αποτελούν τα κύρια γνωρίσματα της ενδυμασίας των γυναικών στην αρχαία Ελλάδα και Ρώμη.
Τα βασικά ενδυματολογικά στοιχεία που συνθέτουν την εμφάνιση των γυναικών της μινωικής εποχής είναι δύο: ένας στενός μπούστος και μια μακριά φούστα, στενή στη μέση, η οποία όμως φαρδαίνει πολύ στο κάτω μέρος της. Τα δύο αυτά διακριτικά συστατικά της γυναικείας εμφάνισης συνδέονται με μια φαρδιά ζώνη που αγκάλιαζε σφιχτά τη μέση.
Ο μπούστος που φορούσαν οι γυναίκες στη μινωική Κρήτη ήταν αρκετά έξωμος, ενώ λιγότερο έξωμος ήταν αυτός των ιερειών. Σουρωνόταν κάτω από το στήθος, το οποίο αφηνόταν …ακάλυπτο(!). Διέθετε κοντά μανίκια, κολλητά στους ώμους ή όχι, στο λαιμό κατέληγε σε μύτη ή σε γιακά ανασηκωμένο και ενίοτε είχε στην πλάτη ένα μεγάλο φιόγκο από ύφασμα, όπως μαρτυρεί η ενδυμασία της «Παριζιάνας» του Έβανς. Είναι γεγονός, ωστόσο, ότι οι μινωίτισσες γενικά επέλεγαν να φορέσουν επάνω από τον αποκαλυπτικό μπούστο τους μια διαφανή πουκαμίσα, όχι για λόγους σεμνοτυφίας, αλλά πιθανότατα για να καλύψουν τις ατέλειες που άρχιζε να σμιλεύει, με τον καιρό, ο χρόνος στο σώμα τους.
Όσον αφορά στη φούστα των γυναικών στη μινωική Κρήτη, αξίζει να σημειωθεί ότι από τη Μεσομινωική ως την Υστερομινωική εποχή το φάρδος της μειωνόταν αισθητά. Το μήκος της, ενώ δεν ήταν σταθερό, δε φαίνεται ωστόσο να υπήρξε κοντό. Η φούστα διέθετε βολάν από την περιοχή των γοφών και κάτω, χαρακτηριστικό ενδυματολογικό στοιχείο της παράδοσης στην περιοχή της Μεσοποταμίας. Άλλοτε ήταν σουρωτή και άλλοτε πάλι ραμμένη με μονοκόμματες λωρίδες. Διέθετε ποικιλία διαφορετικών έντονων χρωμάτων ή αποχρώσεων ενός μόνο χρώματος. Ιδιαίτερη χαρακτηρίζεται η φούστα της Θεάς των Όφεων (εδωλίου από φαγεντιανή του τέλους της Μεσομινωικής εποχής) που ήταν ραμμένη με επτά πολύχρωμα βολάν και επιπρόσθετα έφερε επάνω της μικρή ποδιά σε οβάλ σχήμα με κεντήματα σε αποχρώσεις του γαλάζιου χρώματος και σειρήτι.
Τελευταίο απαραίτητο συμπλήρωμα της γυναικείας εμφάνισης της μινωικής εποχής συνιστούσε η ζώνη, η οποία κατά κανόνα, όπως προαναφέρθηκε, ήταν αρκετά φαρδιά. Η ζώνη έσφιγγε τη μέση, αποκαλύπτοντας έτσι την καλή ανατομία του γυναικείου σώματος. Ενδεικτική, ως προς αυτό, είναι η κοίλη ζώνη που φοράει η Θεά των Όφεων.
Σε ορισμένες αναπαραστάσεις, όπου οι γυναίκες δε διακρίνεται να φορούν ζώνη, εικάζουμε ότι τα φορέματά τους είχαν ελάσματα ή ειδική ενίσχυση στην περιοχή των πλευρών. Βέβαια, το βάρος ενός τέτοιου ενδύματος και η χρονοβόρα διαδικασία του δεσίματος των κορδονιών περιόριζε τη δυνατότητα καθημερινής χρήσης τους.
Αξιοπρόσεκτο είναι, επιπροσθέτως, και το γεγονός ότι οι μινωίτισσες που εξεικονίζει η σαρκοφάγος της Αγίας Τριάδας φορούν ένα ίσιο μονοκόμματο χιτώνα με κοντό μπολερό ή ένα μπούστο με σειρήτι και κοντά μανίκια, σε συνδυασμό με μια φούστα πλισαρισμένη και φαρδιά στο κάτω μέρος (ως τη μέση της γάμπας περίπου), προφανώς επειδή αυτού του τύπου η ενδυμασία ήταν πιο πρακτική στην καθημερινή τους ζωή.
Αναφορικά με τα είδη υπόδησης, εκείνο που θα ήταν σκόπιμο να επισημανθεί είναι η προτίμηση που φαίνεται να είχαν οι γυναίκες της εποχής σε …ψηλοτάκουνα παπούτσια (!).
Την εικόνα της εμφάνισης των γυναικών στη μινωική Κρήτη συμπλήρωναν τα περίτεχνα πολυτελή κοσμήματα και ιδιαίτερα τα περιδέραια, τα οποία είτε κατασκευάζονταν στο νησί, είτε εισάγονταν από την Αίγυπτο, τη Συρία και την Ασία. Έχει καταστεί πλέον διάσημο το χρυσό κόσμημα με τις δύο μέλισσες που αποθέτουν στην κερήθρα μια σταγόνα μέλι, το οποίο βρέθηκε στο νεκροταφείο του Χρυσόλακκου των Μαλλίων. Αλλά και τα περιδέραια από χρυσό σε συνδυασμό με ημιπολύτιμους λίθους, ελεφαντοστούν, φαγεντιανή και υαλόμαζα αποδεικνύουν την υψηλή αισθητική τόσο των τεχνιτών της εποχής, ντόπιων και ξένων, όσο και των ίδιων των γυναικών που επέλεγαν με τα κοσμήματα αυτά να στολίσουν το λαιμό τους.
Επειδή όμως η ενδυματολογική μέριμνα δεν μπορεί παρά να συνδυάζεται και με μια επιμελημένη κόμμωση, οφείλουμε να ομολογήσουμε ότι οι μινωίτισσες επιστράτευαν πολλή φαντασία στον τρόπο με τον οποίο χτένιζαν τα μαλλιά τους. Πιο συγκεκριμένα, ήταν πολύ διαδεδομένη η χρήση φουρκετών από ελεφαντοστούν ή μέταλλο, με τις οποίες οι γυναίκες ανασήκωναν τους βοστρύχους των μαλλιών και επιτύγχαναν ποικίλους σχηματισμούς, όπως πυραμίδες, κότσους, τούφες κ.α. Οι επιμελημένοι βόστρυχοι είτε ανέμιζαν στους ώμους, είτε δένονταν με φαρδιές ταινίες. Συχνά στολίζονταν με άνθη. Τέλος, αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι οι γυναίκες της μινωικής Κρήτης φορούσαν καπέλα με γείσο, σε διάφορα μεγέθη.
Ένας σημαντικός παράγοντας που δύναται να επισφραγίσει την όμορφη εξωτερική εμφάνιση μιας γυναίκας είναι και το μακιγιάζ. Η αρχαία μινωίτισσα λοιπόν δε θα μπορούσε παρά να λάβει σοβαρά υπόψη της και αυτήν την παράμετρο -δεδομένου του ότι η βιοτεχνία καλλυντικών στην Κρήτη ήταν από τις πιο ανθηρές. Από τις τοιχογραφίες κυρίως της εποχής διαπιστώνουμε ότι οι γυναίκες έβαφαν τα μάτια τους περιγράφοντάς τα με έντονο μαύρο χρώμα για να δείχνουν πολύ μεγαλύτερα. Φαίνεται πως για την παρασκευή του προϊόντος που χρησιμοποιούσαν, υποθέτουμε ότι ανακάτευαν μαύρη σκόνη θειούχου μολύβδου και μαγγανίου με ειδική σπάτουλα. Κάλυπταν τα μάγουλα και τις άκρες της μύτης με σκόνη ώχρας και χρησιμοποιούσαν βαθυκόκκινο χρώμα από χρωστική ύλη ορυκτής προέλευσης, αιματίνη, κιννάβαρι ή μίνιο, διαλυμένη με ελαιώδη κρέμα για τη βαφή των χειλιών τους. Επιπλέον, φαίνεται να έβαφαν και τα νύχια των άνω και κάτω άκρων τους.
Τέλος, αξίζει να προσθέσουμε ότι η γυναίκα της μινωικής εποχής χρησιμοποιούσε μεθυστικά αρώματα από κόλιανδρο, ο κύπειρο, η ίριδα, ο κρόκο (η ζαφορά), το τριαντάφυλλο, η σμύρνα, η φασκομηλιά. Η χρήση αρωμάτων προσέδιδε στο γυναικείο φύλο κοινωνική αίγλη, αλλά και γοητεία.
Όσο και αν οι ενδυματολογικές πινελιές αποτελούν τη βασική παράμετρο της αρχαιοελληνικής αντιμετώπισης του θέματος της «μόδας», μια άλλη εξίσου σημαντική παράμετρος που συμβάλλει στην εξασφάλιση μιας καλής εμφάνισης είναι αναμφισβήτητα η καλή φυσική κατάσταση. Η φυσική δυνατότητα του σώματος αποτελεί τη συνισταμένη δύο βασικών παραγόντων: της ισορροπημένης διατροφής και της συστηματικής σωματικής άσκησης.
Οι γυναίκες της μινωικής Κρήτης, σύμφωνα με τα πορίσματα επιστημονικών ερευνών που βασίστηκαν σε σύγχρονες μεθόδους ανάλυσης υπολειμμάτων σε μαγειρικά σκεύη, δε θα μπορούσαν παρά να απολάμβαναν τα οφέλη της ευεργετικής για την εξασφάλιση υγείας και ευεξίας μεσογειακής διατροφής. Η μεγάλη κατανάλωση λαχανικών, οσπρίων, δημητριακών και γαλακτοκομικών προϊόντων σε αντιδιαστολή προς την περιορισμένη κατανάλωση κόκκινου κρέατος (το οποίο μάλιστα μαγειρευόταν στη σχάρα ή στη σούβλα), η εκτεταμένη χρήση ελαιολάδου για την παρασκευή τροφών, σε συνδυασμό με τη χρήση ρετσινωμένου οίνου (ενίοτε και μελωμένου) ή ακόμη και ζύθου από κριθάρι, παρείχαν στους μινωίτες, άνδρες αλλά και γυναίκες, τα εχέγγυα για την οικοδόμηση μιας καλής φυσικής κατάστασης.
Τέλος, σε ό,τι αφορά την άσκηση, θα άξιζε να μνημονεύσουμε ότι οι μινωίτισσες είχαν πολλές δυνατότητες να γυμνάζουν το σώμα τους στο πλαίσιο θεσμοθετημένων κοινωνικών-θρησκευτικών δραστηριοτήτων, στις οποίες πολύ συχνά μετείχαν. Σύμφωνα με σχετική μαρτυρία του Πλάτωνα (Νόμοι,VΙΙ,814c-d-805b/ VI772a), οι γυναίκες στη μινωική Κρήτη μετείχαν, ως ισότιμα με τους άνδρες μέλη της κοινωνίας, στην ίδια με εκείνους αγωγή. Και εάν θεωρήσουμε ότι ένα σημαντικό μέρος της εκπαίδευσης των μινωιτών περιελάμβανε την άσκηση του σώματος, δεδομένων και των αναπαραστάσεων που έχουν διασωθεί, συμπεραίνουμε ότι οι μινωίτισσες πολύ συχνά λάμβαναν ενεργά μέρος σε γυναικείους αθλητικούς και γυμναστικούς αγώνες, όπως ήταν για παράδειγμα τα διάσημα ταυροκαθάψια. Ας μην ξεχνάμε επίσης, ότι ήταν εξαιρετικά διαδεδομένος την εποχή αυτή ο γυναικείος κυκλικός χορός, ο οποίος, όσο κι αν πραγματοποιούνταν στο πλαίσιο θρησκευτικών τελετουργιών, δεν έπαυε ωστόσο να παρέχει μιας πρώτης τάξεως ευκαιρία για άσκηση στις γυναίκες της εποχής. Σαφέστερα η ορχηστρική κινησιολογία εικονογραφείται στο πήλινο ομοίωμα από το Παλαίκαστρο του 1400 π.Χ.
Κάπως έτσι αισθητοποιείται η εικόνα της αρχαίας μινωίτισσας βάσει των ευρημάτων της εποχής. Και όσο κι αν η τέχνη λειτουργεί ως ένα βαθμό εξωραϊστικά έναντι της πραγματικότητας, εντούτοις σήμερα κανείς δε διαφωνεί για την υψηλή αισθητική αντίληψη των γυναικών της μινωικής Κρήτης, οι οποίες βίωναν τη χαρά της περιποίησης που εγγυάται μια όμορφη εμφάνιση. Αν μάλιστα αυτό το συσχετίσουμε με τη χαρά της απόλαυσης που χαρίζει η φυσική ομορφιά ενός τοπίου λουσμένου στο μεσογειακό φως, καταλήγουμε σε επαρκή συνθήκη που μας αποκαλύπτει τη μοναδικότητα της γυναικείας περσόνας της μινωικής περιόδου σε αντιπαράθεση με αντίστοιχες της εποχής της, ή ακόμη και μεταγενέστερων ιστορικών εποχών.
Το ανάρτησα από http://4mati.blogspot.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου